Τελευταία Ενημέρωση στις 17/01/2021 από την Areti Drakaki
Τι καθιστά μια σχέση υγιή και τι όχι; Αυτό που αποτελεί οπωσδήποτε εμπόδιο στη δημιουργία μιας καλής συντροφικής σχέσης είναι η ύπαρξη ψυχολογικής βίας. Κι επειδή η ψυχολογική βία δεν είναι χειροπιαστή, όπως η φυσική, είναι δύσκολο πολλές φορές να τη διακρίνουμε.
Χρειάζεται όμως να αποσαφηνίσουμε τη διαφορά μεταξύ βίας και σύγκρουσης. Στη σύγκρουση ο καθένας αναγνωρίζει τον άλλον ως ισότιμο και διατηρεί την ταυτότητά του, δίχως αυτό να σημαίνει ότι οι συχνές, έντονες κι εξουθενωτικές συγκρούσεις δεν επιβαρύνουν ψυχικά τους συντρόφους.
Στη βία, από την άλλη, υπάρχει ασυμμετρία και κυριαρχία του ενός στον άλλον, με τέτοιο τρόπο που ο άλλος θεωρείται αντικείμενο.
Τι είναι όμως η Ψυχολογική Βία; Ψυχολογική Βία είναι η συμπεριφορά που αποσκοπεί στην περιφρόνηση του άλλου, με στόχο την αποδυνάμωση και υποταγή του, τον έλεγχο και τη διατήρηση της εξουσίας. Χρειάζεται να τονίσουμε ότι κάθε βία είναι πρώτα ψυχολογική και οι συνέπειές της είναι σοβαρότερες, ακόμη κι από τη φυσική βία. Από την άλλη δε νοείται φυσική βία χωρίς την ψυχολογική.
Χαρακτηριστικά της ψυχολογικής βίας
Τα χαρακτηριστικά της ψυχολογικής βίας είναι συνήθως τα εξής:
• Ο Έλεγχος στη ζωή του άλλου, με την έννοια της κακόβουλης κυριαρχίας κι εξουσίας επάνω του.
• Η Απομόνωση από την οικογένεια, τους φίλους, την εργασία, την κοινωνική ζωή. Η απομόνωση είναι αποτέλεσμα της ψυχολογικής κακοποίησης, αλλά κι ένας τρόπος διατήρησης της εξουσίας και του ελέγχου, καθώς το απομονωμένο άτομο θα αναζητήσει δυσκολότερα υποστήριξη.
• Η Παθολογική ζήλια, η οποία αποτελεί ένα ακόμη είδος ελέγχου. Εκδηλώνεται με τη μορφή συνεχούς καχυποψίας, αστήρικτης απόδοσης προθέσεων και τάσης για ολοκληρωτική κατοχή.
• Η Υποτίμηση για τις διανοητικές ικανότητες, τη συμπεριφορά, την εμφάνιση, τη σεξουαλικότητα, την πατρική οικογένεια, το γονεϊκό ρόλο κ.λπ. Μέσω της περιφρονητικής στάσης και των προσβολών, επιδιώκεται να θιγεί η αυτοεκτίμηση του άλλου.
• Οι Ταπεινώσεις του άλλου και η παντελής έλλειψη σεβασμού προς το πρόσωπό του. Πολλές φορές οι ταπεινώσεις είναι σεξουαλικού περιεχομένου – συχνότερα από τον άντρα προς τη γυναίκα – και προκαλούν ντροπή, η οποία εμποδίζει το άτομο να μιλήσει για αυτές και να αναζητήσει στήριξη.
• Οι Πράξεις εκφοβισμού, π.χ. εκτόνωση σε αντικείμενα, επικίνδυνη οδήγηση με μεγάλη ταχύτητα – ως επίδειξη δύναμης ή άσκηση έμμεσης βίας.
• Οι Απειλές, για άσκηση σωματικής βίας ή για θέματα που είναι σημαντικά ή ευαίσθητα για τον άλλον.
• Η Αδιαφορία στο αίτημα για τρυφερότητα κι η εκδήλωση απόρριψης ή περιφρόνησης.
• Η Άρνηση της άμεσης επικοινωνίας. Σε αυτή την περίπτωση το άτομο που ασκεί ψυχολογική βία αρνείται το διάλογο, αποφεύγει να απαντήσει σε άμεσες ερωτήσεις και καταφεύγει σε υπονοούμενα, πικρόχολους υπαινιγμούς, ψέματα ή διπλά μηνύματα που μπερδεύουν τον άλλον.
Άλλες μορφές ψυχολογικής βίας
Η Οικονομική πίεση, που παίρνει τη μορφή συστηματικού ελέγχου όλων των εσόδων κι εξόδων, είτε όταν ο ένας σύντροφος εξαρτάται οικονομικά από τον άλλον, είτε όταν είναι αυτάρκης, είτε όταν έχει μεγαλύτερο εισόδημα.
Το Stalking, που είναι η άσκηση πίεσης στη φάση του χωρισμού, όπως ο έλεγχος των κινήσεων, η συχνή παρακολούθηση στο δρόμο, έξω από το σπίτι ή τη δουλειά, η τηλεφωνική παρενόχληση, κ.λπ.
Η ψυχολογική βία κορυφώνεται στη φάση του χωρισμού. Τα διαζύγια, σε αυτή την περίπτωση είναι βίαια, με πολύ χρονοβόρες διαδικασίες, και στόχο την αποδυνάμωση του άλλου.
Στην αρχή ο πιο «αδύναμος» υπακούει για να ευχαριστήσει τον άλλον ή να αποφύγει τη σύγκρουση, την οποία συνήθως δεν αντέχει. Στην προσπάθειά του να διατηρήσει τη σχέση, μπορεί να εκθέτει περαιτέρω τις αδυναμίες του, τις οποίες ο «δυνατός» χρησιμοποιεί εναντίον του, καθιστώντας τον υπεύθυνο για ό,τι συμβαίνει.
Συχνά είναι αδύνατο να προβλέψει τι θα προκαλέσει την έκρηξη του συντρόφου του και βρίσκεται σε μια διαρκή επιφυλακή, η οποία του προκαλεί μεγάλο στρες και φόβο.
Προκειμένου να μη χάσει το σύντροφό του ή τη σχέση συμμορφώνεται, χάνει την ικανότητά του να αμυνθεί και την κριτική του σκέψη. Οι αντιστάσεις του μειώνονται, σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορεί πια να αντιδράσει και καταλήγει να είναι αντικείμενο.
Οπωσδήποτε στόχος είναι ο κάθε σύντροφος να δει τα δικά του θέματα – για ποιους λόγους δηλαδή ο «δυνατότερος» έχει ανάγκη να ελέγχει υπερβολικά και να κακομεταχειρίζεται το σύντροφό του και για ποιους λόγους ο πιο «αδύναμος» επιτρέπει στο σύντροφό του την άσκηση ψυχολογικής βίας και τελικά θυματοποιείται.
Η έκθεση σε συνθήκες ψυχολογικής βίας προκαλούν συνήθως έντονα συμπτώματα στρες, άγχους, φόβου και ντροπής που μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε σοβαρή μορφή κατάθλιψης.
Το άτομο που υφίσταται τη βία είναι πιθανό να έχει βιώσει και στην οικογένειά του αντίστοιχες τραυματικές καταστάσεις ή για κάποιους λόγους να μην έχει σαφή αίσθηση της αξίας του και των ορίων που χρειάζεται να θέσει στους άλλους.
Από την άλλη, το άτομο που ασκεί βία έχει συνήθως στοιχεία ναρκισσιστικά κι έλλειψη ενσυναίσθησης ή κι αντίστοιχα η βίαιη συμπεριφορά αποτελεί έναν οικείο τρόπο αλληλεπίδρασης, εξαιτίας οικογενειακών βιωμάτων.
Επειδή όμως η ανθρώπινη φύση δεν είναι πάντα τόσο ξεκάθαρα διαχωρισμένη, δεν είναι σπάνιο ο ίδιος άνθρωπος να λειτουργεί και ως «θύτης» και ως «θύμα», στην ίδια σχέση, παίρνοντας ακραίες θέσεις, ανάλογα με την περίσταση. Οι άνθρωποι αυτοί είναι πιθανό να προσέλθουν για θεραπεία.
Ο σύντροφος που λειτουργεί αποκλειστικά ως «θύτης» σπάνια θα απευθυνθεί σε κάποιον ψυχολόγο ή επαγγελματία ψυχικής υγείας, προκειμένου να αναζητήσει τους λόγους της συμπεριφοράς του, και τελικά να την αλλάξει. Κι αν προσέλθει για θεραπεία, συνήθως το αρχικό του αίτημα θα είναι άλλο κι όχι η βίαιη στάση του.
Έτσι το άτομο που υφίσταται βία χρειάζεται να ενδυναμωθεί, προκειμένου να βγει από τη θέση του θύματος. Αυτό δεν είναι εύκολο πολλές φορές, καθώς ενδέχεται να βρίσκεται για πολύ καιρό σε αυτή τη θέση και να έχει υποστεί ισχυρό πλήγμα στην αυτοεκτίμησή του.
Όπως και να έχει, είναι σημαντικό να αναγνωρίσει ότι βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση και – λαμβάνοντας βοήθεια – να αλλάξει τη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Είναι μια προσπάθεια που είναι σημαντικό να κάνουν και οι δύο σύντροφοι, αν επιθυμούν να διατηρήσουν τη σχέση ή να σχετιστούν υγιώς.
Καθώς όμως οι επιπτώσεις είναι σοβαρότερες για αυτόν που υφίσταται τη βία, χρειάζεται να λάβει εκείνος την πρωτοβουλία να μπει σε μια διαδικασία ψυχοθεραπείας, προκειμένου να σταματήσει να δέχεται κακοποίηση και να ζήσει απαλλαγμένος από τη βία.
Πηγές:
Hirigoyen, M. F. (2000). Ηθική παρενόχληση: Η διαστροφική βία στην καθημερινή ζωή. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
Hirigoyen, M. F. (2006). Η κακοποιημένη γυναίκα: Η βία μέσα στο ζευγάρι. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
Δημοσίευση στον Ελεύθερο Τύπο, Αρετή Δρακάκη 29/08/13