Τελευταία Ενημέρωση στις 19/01/2021 από την Areti Drakaki
Η ψυχική μας υγεία είναι, μαζί με τη σωματική, από τα σημαντικότερα αγαθά που χρειάζεται να προστατεύσουμε, καθώς αφορούν στην ίδια μας τη ζωή. Έχουμε ευθύνη να διασφαλίσουμε την υγεία μας, τόσο απέναντι στον εαυτό μας, όσο κι απέναντι σε ανθρώπους που μας έχουν ανάγκη, κι έχουμε με τη σειρά μας τη δική τους ευθύνη, π.χ. τα παιδιά μας.
Καθώς λοιπόν η Κατάθλιψη είναι ένα συχνό φαινόμενο με ποικίλες όμως αρνητικές – έως και καταστροφικές – επιπτώσεις στη ζωή μας, χρειάζεται να είμαστε ενήμεροι για τα συμπτώματά της, έτσι ώστε να απευθυνθούμε σε κάποιον Ψυχολόγο ή Ψυχίατρο για την αντιμετώπισή τους.
Τα συμπτώματα λοιπόν της Κατάθλιψης είναι τα εξής:
-
Καταθλιπτική διάθεση που διαρκεί το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας και, σχεδόν κάθε ημέρα, για διάστημα τουλάχιστον 2 εβδομάδων. Η καταθλιπτική αυτή διάθεση μπορεί να προσδιοριστεί είτε από το ίδιο το άτομο είτε από άλλους που το παρατηρούν.
- Έντονη μείωση ή απώλεια της ευχαρίστησης και του ενδιαφέροντος για δραστηριότητες που στο παρελθόν μας ευχαριστούσαν. Η απώλεια αυτή της ευχαρίστησης μπορεί να προσδιοριστεί είτε από το ίδιο το άτομο είτε από άλλους που το παρατηρούν.
- Διαταραχές της όρεξης για φαγητό, σχεδόν καθημερινά (ελάττωση ή αύξηση της όρεξης). Οι διαταραχές αυτές μπορεί να οδηγήσουν είτε σε απώλεια βάρους – όταν δεν βρισκόμαστε σε δίαιτα – είτε σε αύξηση βάρους (π.χ. η μεταβολή του βάρους να είναι μεγαλύτερη από το 5% του βάρους του σώματος σε ένα μήνα).
- Διαταραχές του ύπνου, σχεδόν καθημερινά (αϋπνία ή υπερυπνία ή πολύ πρωινή αφύπνιση, όπου δυσκολευόμαστε να ξανακοιμηθούμε).
- Άγχος που εκδηλώνεται με τη μορφή εσωτερικής δυσφορίας ή φόβου.
- Κόπωση, εξάντληση, απώλεια ενέργειας που οδηγεί συχνά σε αδράνεια.
- Αισθήματα και σκέψεις διαρκούς ενοχής, αναξιότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης.
- Δυσκολία στη συγκέντρωση, τη σκέψη και τη λήψη αποφάσεων.
- Εμμονή με σκέψεις θανάτου κι αυτοκτονίας, που προέρχονται από αισθήματα απελπισίας. Στην περίπτωση της βαριάς κατάθλιψης, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος αυτοκτονίας.
Προκειμένου να δοθεί η διάγνωση της Κατάθλιψης, χρειάζεται να εκδηλώνονται τουλάχιστον 5 από τα παραπάνω συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένου του 1ου ή του 2ου, για συνεχόμενη περίοδο 2 εβδομάδων (DSM-5).
Η Κατάθλιψη συνοδεύεται συνήθως από ένα γενικευμένο αίσθημα ανημπόριας, έλλειψη ελπίδας κι απαισιοδοξία για το μέλλον, μείωση της σεξουαλικής διάθεσης ή ψυχοσωματικά συμπτώματα, που δεν έχουν οργανική αιτία, π.χ. πονοκέφαλοι, πόνοι στη μέση ή στο στήθος, δυσκολία στην αναπνοή, ναυτία, κλπ.
Τα συμπτώματα της Κατάθλιψης προκαλούν σημαντική ενόχληση κι επηρεάζουν όλους τους τομείς της λειτουργικότητάς μας, όπως είναι οι προσωπικές, οικογενειακές, επαγγελματικές ή κοινωνικές μας σχέσεις.
Μπορεί να είμαστε περισσότερο ή λιγότερο λειτουργικοί, ανάλογα με την ένταση και τη συχνότητα των συμπτωμάτων.
Θεραπεία της Κατάθλιψης
Η Κατάθλιψη είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο, το οποίο μπορεί όμως να αντιμετωπιστεί με επιτυχία, μέσω της ψυχοθεραπείας ή και σε συνδυασμό με φαρμακευτική αγωγή.
Αν έχουμε Κατάθλιψη αναμένεται ότι θα προσπαθήσουμε να επιστρέψουμε στον κλειστό κι απομονωμένο τρόπο ζωής μας, ο οποίος μας είναι οικείος. Κι αυτό θα αποτελέσει μια δυσκολία στη θεραπεία, την οποία ο θεραπευόμενος θα χρειαστεί να διαχειριστεί, με τη βοήθεια του θεραπευτή.
Επιπλέον, καθώς η σκέψη ενός ανθρώπου με κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από απαισιοδοξία, σε σχέση με το μέλλον, είναι αναμενόμενο να μην είναι αισιόδοξος ούτε για την έκβαση της θεραπείας.
Ο θεραπευτής χρειάζεται να είναι υποστηρικτικός και να ενισχύει τα δυνατά σημεία του ατόμου που θα προσέλθει για ψυχοθεραπεία, με τέτοιο τρόπο, που να του επιτρέψει να αναλάβει την ευθύνη της ζωής του, και να αρχίσει να αντιμετωπίζει το μέλλον του ως λιγότερο ζοφερό.
Ο άνθρωπος που έχει καταθλιπτικά στοιχεία έχει συνήθως πολύ κακή εικόνα για τον εαυτό του. Θεωρεί ότι δεν αξίζει, ότι δεν τα καταφέρνει κι αισθάνεται ακινητοποιημένος.
Συγκρίνεται με τους άλλους και συμπεραίνει ότι είναι πάντοτε κατώτερος σε όλα. Μπορεί να απαριθμήσει δεκάδες λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι είναι ανάξιος. Είναι χαρακτηριστική η έντονη επικριτική στάση με την οποία αντιμετωπίζει τον εαυτό του.
Ένας πρωταρχικός στόχος της θεραπείας είναι το άτομο να αρχίσει, με τη βοήθεια του θεραπευτή, να αποκτά μια πιο ρεαλιστική εικόνα για το ίδιο. Έτσι θα αρχίσει να αντιλαμβάνεται σιγά σιγά ότι η κύρια ταυτότητά του δεν απαρτίζεται μόνο από τις αδυναμίες του, αλλά ότι διαθέτει κι άλλα κομμάτια, πιο υγιή και λειτουργικά.
Εξαιτίας αυτής της γενικευμένης αίσθησης αδυναμίας, συχνά ένας άνθρωπος με Κατάθλιψη αισθάνεται ότι είναι παρατηρητής της ζωής του, κι όχι ότι συμμετέχει σε αυτήν. Επιπλέον αναμένει ότι θα εισπράξει απόρριψη από τους άλλους και τελικά τα καταφέρνει.
Όταν αναμένει κανείς ότι θα απορριφθεί, το πιθανότερο είναι ότι θα φερθεί με τέτοιο τρόπο, που θα επιβεβαιώσει την αρχική του προσδοκία. Για παράδειγμα μπορεί να εξαφανίζεται ή να αποσύρεται και να μην εκφράζει τις σκέψεις, τα συναισθήματα ή τις επιθυμίες του, το οποίο πιθανότατα θα προκαλέσει θυμό, έντονη επίκριση ή και πραγματική απόρριψη από τους άλλους.
Στόχος, μέσω της θεραπείας, είναι το άτομο να βγει από το φαύλο κύκλο: φόβος απόρριψης – απόσυρση – επιβεβαίωση της απόρριψης και να αρχίσει να αντιμετωπίζει το περιβάλλον του με ένα διαφορετικό τρόπο, που θα του επιτρέψει να εκφράσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις ανάγκες του και να αναλάβει την ευθύνη της ζωής του.
Συχνά οι άνθρωποι με Κατάθλιψη έχουν έντονα συναισθήματα ενοχής για ό,τι και να κάνουν, αλλά και καταπιεσμένα αισθήματα θυμού, ο οποίος αντί να στραφεί προς το εξωτερικό περιβάλλον – όταν χρειάζεται – στρέφεται προς τον εαυτό.
Στόχος σε αυτή την περίπτωση είναι το άτομο να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί, αλλά όχι την ευθύνη για όλους τους σημαντικούς άλλους (π.χ. γονείς) και για τις αντιδράσεις ή τα συναισθήματά τους. Επίσης στόχος είναι να καταφέρει να βάλει τα όριά του, και να εκφράσει τον αντίστοιχο θυμό, όταν τα όρια αυτά καταπατώνται.
Συνήθως πίσω από την Κατάθλιψη βρίσκονται τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος, τις οποίες δεν καταφέραμε να επεξεργαστούμε. Ένας ακόμη σημαντικός στόχος της θεραπείας είναι η συναισθηματική επεξεργασία των καταστάσεων αυτών, έτσι ώστε ο άνθρωπος να καταφέρει να προχωρήσει ελεύθερος στη ζωή του.
Αναφορικά με τη λήψη ή όχι φαρμάκων, διευκρινίζεται ότι ο Ψυχολόγος δεν χορηγεί αντικαταθλιπτικά ή οποιασδήποτε άλλης κατηγορίας φάρμακα. Σε σοβαρές περιπτώσεις Κατάθλιψης, όπου υπάρχει κίνδυνος αυτοκτονίας, είναι προϋπόθεση, εκτός από την ψυχοθεραπεία, και η λήψη φαρμακευτικής αγωγής, η οποία χορηγείται από ψυχίατρο.
Σε κάθε περίπτωση, εάν το άτομο δεν αντέχει το αίσθημα δυσφορίας που συνοδεύει συνήθως την κατάθλιψη ή αν υπάρχει σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητάς του, προτείνεται – παράλληλα με την ψυχοθεραπεία – να λάβει και φαρμακευτική αγωγή.
Από την άλλη, αν κάποιος αρκεστεί μόνο στη λήψη φαρμακευτικής αγωγής, δεν θα έχει επεξεργαστεί τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα καταθλιπτικά του συμπτώματα, τον εαυτό του γενικότερα, αλλά και τα αίτια που βρίσκονται πίσω από την κατάθλιψη, κι επομένως είτε θα είναι πάντοτε επιρρεπής σε καταθλιπτικά επεισόδια, είτε δέσμιος της φαρμακευτικής αγωγής.
Η φαρμακευτική αγωγή άλλωστε, από μόνη της, δεν είναι σε θέση να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και τις σχέσεις μας ή να βελτιώσει πραγματικά τη χαμηλή αυτοεκτίμησή μας – το οποίο βρίσκεται πάντοτε σχεδόν πίσω από την Κατάθλιψη.
Συμπερασματικά τα συμπτώματα της Κατάθλιψης είναι συγκεκριμένα, αλλά μπορεί να διαφέρουν σε ένταση ή συχνότητα. Η θεραπεία της Κατάθλιψης περιλαμβάνει μια πολύπλευρη αντιμετώπιση του θέματος, σε επίπεδο τόσο νοητικό, όσο και συναισθηματικό και μπορεί να αποφέρει σημαντικές αλλαγές στον άνθρωπο, σε όλους τους τομείς της ζωή του.
Δημοσίευση στο περιοδικό “30 ημέρες υγείας”, Αρετή Δρακάκη, τεύχος 119, Οκτώβριος – Νοέμβριος 2017